09 Οκτωβρίου, 2018

Αρχιμ. Ειρηναίου Λαφτσή: Ευχές Επετείου 14 ετών από την χειροτονία του Μητροπολίτου Ανθίμου

Υπάρχουν κάποιες μέρες στη ζωή μας κατά τις οποίες οι ευλογίες και τα αισθήματά μας ξεχειλίζουν και νιώθουν την ανάγκη να εκφρασθούν αποδίδοντας το οφειλόμενο χρέος προς τον άνθρωπο που το αξίζει. Αυτές τις ευλογίες και τα αισθήματα της αγάπης, της ευγνωμοσύνης, του σεβασμού επιθυμούμε να εκφράσουμε με το παρόν κείμενο προς το ιερό πρόσωπο του Επισκόπου μας κ. Ανθίμου, με την ευκαιρία της 14ης επετείου της χειροτονίας του ως Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως στις 9 Οκτωβρίου 2004 στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.
Φέτος, θεωρήσαμε ότι πρέπει ν’ αλλάξουμε το πνεύμα του κειμένου που κάθε χρόνο αφιερώνουμε στο Σεβασμιώτατο την ημέρα της επετείου. Ο λόγος είναι ότι ο Σεβασμιώτατος δοκιμάσθηκε στην υγεία του με την επίσκεψη μιας απλής ασθένειας που τον οδήγησε στο χειρουργικό τραπέζι και θεράπευσε οριστικά το σώμα του.
Κυρίως, όμως, γέμισε με εμπειρία, σοφία και αγάπη τον καλλιεργημένο ασθενή. Το διάστημα αυτό ο Σεβασμιώτατος υπέμεινε την ασθένεια που επέτρεψε ο φιλόστοργος Πατήρ, ώστε η ασθένεια να φέρει την ίαση της ψυχής και να οδηγήσει «εις αρραβώνα της μελλούσης ζωής και βασιλείας», όπως συχνά ευχόμαστε στην ευχή της Θείας Μεταλήψεως. Και το λέμε αυτό με την έννοια ότι όταν ο άνθρωπος δοκιμάζεται από μία ασθένεια, κατανοεί «το θνητόν της υπάρξεώς του» και βάζει ως στόχο, εάν είναι έξυπνος, την Βασιλεία των Ουρανών. Έρχονται στιγμές όπου ο άνθρωπος κατανοεί ότι η δύναμή του βρίσκεται στις μάχες, στον πόνο και στη δοκιμασία και δοξάζει το Θεό με τους στίχους του Ελύτη:

«Με τι πέτρες τι αίμα και τι σίδερο
Και τι φωτιά είμαστε καμωμένοι
Ενώ φαινόμαστε από σκέτο σύννεφο»[1].

Είναι γνωστό σε όλους μας ότι ο ποιμενάρχης μας κ. Άνθιμος είναι εξαιρετικός πατέρας, αληθινός αδελφός και αγαπητός φίλος· και πάνω απ’ όλα πραγματικός ποιμένας. Ως άνθρωπος είναι φιλομαθής, οξύνους, νηφάλιος, προσηνής και κυρίως ριζοσπαστικός. Ως επίσκοπος έχει ελεύθερο και παραδοσιακό θεολογικό λόγο και κυρίως οράματα, ιδέες και προτάσεις για το μέλλον της Εκκλησίας και του κάθε χριστιανού. Όπου βρεθεί και όπου μιλήσει σκορπά χαρά, αισιοδοξία και ελπίδα, δηλαδή Χριστό.
Θα μπορούσαμε να γράψουμε πάρα πολλά για την επισκοπική του δραστηριότητα και την προσωπικότητα. Θα φθάναμε, ίσως, στην 30η επέτειο. Επιλέξαμε, όμως, να μιλήσουμε σήμερα για το τι σημαίνει, κατά την άποψή μας, για την Εκκλησία «ορθόδοξος επίσκοπος» και για το σταυρό που κουβαλά ο επίσκοπος από την ενθρόνισή του μέχρι και το τέλος της επίγειας ζωής του. Αυτή η αρχιερατική πορεία προς τον Γολγοθά, είναι πορεία μοναξιάς. Την βιώνει ο κάθε επίσκοπος μόνος του, επειδή οι άνθρωποι νομίζουν όταν βλέπουν έναν επίσκοπο ντυμένο στα «χρυσά», ότι είναι ένας βασιλιάς. Ενώ ο επίσκοπος ξέρει καλά ότι όχι μόνο δεν είναι ο βασιλιάς, αλλά είναι ο ζητιάνος του Θεού που επαιτεί με τις προσευχές του το έλεος του Θεού, τις πρεσβείες της Παναγίας και των Αγίων για τη σωτηρία κάθε ψυχής που ο Χριστός του εμπιστεύθηκε.
Χρησιμοποιώντας έναν λόγο του Επισκόπου μας που μου είπε την ημέρα της χειροτονίας μου εις διάκονον: «Οι άνθρωποι μας κρίνουν, επειδή μας διακρίνουν. Και επειδή μας διακρίνουν, γι’ αυτό και μας κατακρίνουν». Μετά από 21 χρόνια συνεχίζω τη σκέψη του για να χαρακτηρίσω την κρίση των ανθρώπων για τον επίσκοπο.

Αν ο επίσκοπος είναι αεικίνητος, τον θεωρούμε νευρικό.
Αν είναι ήρεμος, τον θεωρούμε οκνηρό.

Αν έχει γκρίζα μαλλιά, τον λέμε γέρο.
Αν έχει μαύρα μαλλιά, τον λέμε άπειρο.

Αν μιλάει τη σύγχρονη γλώσσα, είναι ηθοποιός.
Αν σοβαρός στις εκφράσεις του, τον λέμε αναχρονιστικό.

Αν πλησιάζει όλους τους ανθρώπους και τους υπηρετεί, τον λέμε οικουμενιστή.
Αν απομονώνεται στην επισκοπή του και κρίνει τους πάντες, τον λέμε ζηλωτή.

Αν μένει μέσα στο επισκοπείο του, τον λέμε ακοινώνητο.
Αν βγαίνει συχνά, τον λέμε δημοσιοσχεσίτη.

Αν υπηρετεί τους φτωχούς, τον λέμε λαϊκιστή.
Αν συναναστρέφεται με πλουσίους, τον λέμε φαρισαίο.

Αν κηρύττει με πάθος, τον λέμε φανατικό.
Αν μιλά με σεβασμό προς όλες τις ομολογίες, τον λέμε αιρετικό.

Αν αγαπά και μιλά για την πατρίδα του, τον λέμε εθνικιστή.
Αν κρατά ισορροπίες, τον λέμε προδότη.

Αν ελέγχει τους χριστιανούς, τον θεωρούμε σκληρό.
Αν υπομένει τους υποκριτές, τον λέμε δειλό.

Ο δικός μας, όμως, επίσκοπος συνεχίζει να μιλάει, όχι επειδή είναι ρομαντικός, αλλά επειδή είναι πιστός χριστιανός. Μιλάει για την πίστη και ας τον λένε αναχρονιστή· μιλάει για την πατρίδα κι ας τον λένε σωβινιστή· μιλάει για την οικογένεια κι ας τον λένε μεσαιωνιστή· μιλάει για τους λαθρομετανάστες κι ας τον ρατσιστή· μιλάει για τα σύμβολα, εθνικά και θρησκευτικά, κι ας τον λένε αντιευρωπαϊστή.
Είναι πολύ δύσκολο για τους ανθρώπους, και κυρίως αυτούς που δεν έχουν μέσα τους Χριστό, να καταλάβουν τον μητροπολίτη Άνθιμο. Αυτόν τον παραδοσιακό επίσκοπο, τον ελεύθερο θεολόγο, τον έλληνα οραματιστή. Για τον επίσκοπο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμο η ύπαρξη διαφορών στη ζωή και στις κοινωνίες δεν σημαίνει διαίρεση, αλλά διάκριση. Η διάκριση δεν φέρνει διάσπαση, αλλά ενότητα και η ενότητα στηρίζεται πάντοτε στην ετερότητα και όχι στην ταυτότητα.
Αυτό άλλωστε ήταν και τον πρώτο πρόβλημα που αντιμετώπισε η πρώτη Εκκλησία και συνεκάλεσε την Αποστολική Σύνοδο το 49 μ.Χ.. Πάντοτε στην ιστορία της Εκκλησίας το πρόβλημα ήταν η έλλειψη της αγάπης, κυρίως στους ποιμένες της. Η αιτία αυτή ανάγκασε και το Γρηγόριο τον Θεολόγο να γράψει σ’ έναν λόγο του: «Διαμοιράζουν τον Χριστό οι πολύ φιλόθεοι και φιλόχριστοι οι οποίοι, χάριν της αληθείας, λένε ψέμματα και χάριν της αγάπης, σπέρνουν μίσος»[2].
Μ’ αυτές τις σκέψεις, Σεβασμιώτατε, σας ευχόμαστε να ζείτε χρόνια καλά, χρόνια ευλογημένα, καρποφόρα και δημιουργικά και να σας δίνει ο Θεός υπομονή, φώτιση και αγάπη. Όλων η προσευχή σήμερα είναι δοξολογία προς τον Θεό που χάρισε στη Μητρόπολή μας επίσκοπο «...ἀνέγκλητον εἶναι ὡς Θεοῦ οἰκονόμον, μὴ αὐθάδη, μὴ ὀργίλον, μὴ πάροινον, μὴ πλήκτην, μὴ αἰσχροκερδῆ, ἀλλὰ φιλόξενον, φιλάγαθον, σώφρονα, δίκαιον, ὅσιον, ἐγκρατῆ, ἀντεχόμενον τοῦ κατὰ τὴν διδαχὴν πιστοῦ λόγου, ἵνα δυνατὸς ᾖ καὶ παρακαλεῖν ἐν τῇ διδασκαλίᾳ τῇ ὑγιαινούσῃ καὶ τοὺς ἀντιλέγοντας ἐλέγχειν»[3].

Πρώτος συνεργός εν Κυρίω



[1] Οδυσσέας Ελύτης, «Ήλιος ο Πρώτος» XVI.
[2] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΣΤ’, παρ. 3, «ὅτι διειλόμεθα τὸν Χριστὸν, οἱ λίαν φιλόθεοι καὶ φιλόχριστοι, καὶ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας ἀλλήλων κατεψευσάμεθα, καὶ διὰ τὴν ἀγάπην μῖσος ἐμελετήσαμε...».