Κυριακή της Σαμαρείτιδος: Στην Ευαγγελική περικοπή της σημερινής Κυριακής, ο Χριστός συναντά στο πηγάδι του Ιακώβ τη Σαμαρείτιδα γυναίκα, η οποία νομίζει ότι είναι κάποιος Ιουδαίος, που συνομιλεί μαζί της και μάλιστα της ζητά να πιει νερό. Δεν γνωρίζει ότι ο συνομιλητής της, δεν είναι κάποιος τυχαίος Ιουδαίος, που της ζητά νερό, αλλά ο Μεσσίας Χριστός, που προσφέρει «την δωρεάν του Θεού» και «το ύδωρ το ζων», από το οποίο, καθώς της απάντησε, όποιος θα πιει, από αυτό, δεν πρόκειται, να διψάσει ποτέ ξανά. «ος δ΄ αν πίη, εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αυτώ, ου μη διψήση εις τον αιώνα, αλλά το ύδωρ ο δώσω αυτώ, γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου, εις ζωήν αιώνιον».
Η επικοινωνία μεταξύ Χριστού και Σαμαρείτιδας αρχίζει με αφορμή το νερό, το οποίο είναι για τον άνθρωπο πηγή δύναμης και ζωής και ζωογόνο για την ευφορία της κτίσης. Δροσίζει και καθαρίζει, ποτίζει και αυξάνει τον κόπο του ανθρώπου. Προσφέρει χαρά και ζωή, δύναμη και ευλογία. Ακόμα και το νερό της βροχής, όταν έρχεται στη σωστή εποχή και με τον κανονικό ρυθμό βροχόπτωσης, τότε δεν είναι καταστροφή, αλλά ευλογία.
Το νερό είναι «κατά πάντα και δια πάντα» ευλογία, πλούτος και ζωή. Εκτός, όμως, από το υλικό ύδωρ της φύσης, υπάρχει και το πνευματικό ύδωρ. Το ύδωρ για το οποίο μιλά ο Χριστός στη Σαμαρείτιδα, είναι το ύδωρ το αληθινό, το μάννα, η τροφή της ερήμου, το σύμβολο το μυστικό του άρτου και του οίνου της θείας Ευχαριστίας, είναι ο ίδιος ο Χριστός.
Το ύδωρ συμβολίζει την διδασκαλία και τον λόγο του Κυρίου μας στους ανθρώπους. Κι αυτός ο λόγος είναι γεμάτος από την δύναμη και την σοφία του Θεού. Ξεδιψάει τον άνθρωπο και τον οδηγεί μέσω των μυστηρίων στην σωτηρία, στον αγιασμό. Το νερό είναι το ορατό στοιχείο, που εισάγει τον άνθρωπο στην Εκκλησία, δια του μυστηρίου του Βαπτίσματος, που δίνει τη δυνατότητα της σωτηρίας. Το βάπτισμα είναι η αρχή της ελπίδας της αθανασίας και της ανάστασης, που πρέπει να κυριαρχεί στη ζωή του χριστιανού. «Συνταφέντες σοι διά του Βαπτίσματος, Χριστέ ο Θεός ημών, της αθανάτου ζωής ηξιώθημεν τη Αναστάσει σου», διαλαλεί το απολυτίκιο της Κυριακής των Βαΐων.
Η Σαμαρείτιδα συναντά το Χριστό
Στη συνάντηση του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα επέρχεται η λυτρωτική δύναμη της Θείας ενέργειας, η οποία επενεργεί απ’ ευθείας στο πνεύμα της γυναίκας, που μέχρι εκείνη τη στιγμή, ήταν νεκρό μέσα στο ζωντανό σώμα της. Το ίδιο έγινε και κατά δημιουργία του ανθρώπου, κατά την οποία η Θεία ενέργεια έδωσε πνοή ζωής στον πρώτο, «εκ πηλού», ποιηθέντα άνθρωπο, που ήταν ο Αδάμ. Τώρα ζωοποιεί, δια του προσώπου της Σαμαρείτιδας, την ανθρωπότητα με νέα πνοή ζωής, γιατί διαπιστώνει, ότι είναι πνευματικά νεκρή. Διότι η πνοή της ζωής, που ενεφύσησε ο Θεός στον άνθρωπο, με την παρακοή της Θείας Εντολής νεκρώθηκε, εξαιτίας του εγωκεντρισμού του και συγχρόνως νεκρώθηκε και η αγάπη, η οποία ήταν σύμφυτος με την «πνοή ζωής», που έλαβε ο άνθρωπος και κατά συνέπεια νεκρώθηκε και η διάθεση της θυσίας και της προσφοράς.
Ο Χριστός στη συνάντηση Του με τη Σαμαρείτιδα κατευθύνει την πορεία της διδασκαλίας Του, έτσι ώστε, να της δώσει την δυνατότητα να ελέγξει τον εγωκεντρισμό της, ο οποίος της διαφθείρει την ανθρώπινη εικόνα της, και της ζητάει να του δώσει κάτι, εν προκειμένω να πιει νερό, από το φρέαρ του Ιακώβ. Δηλαδή να βγει από το «Εγώ» της και να αποδεχθεί το «Εσύ».
Η απάντησή της στο αίτημα του Χριστού εμπεριέχει μίσος (εθνικό) και εγωκεντρισμό, γι’ αυτό και αρνείται να προσφέρει το οτιδήποτε, ακόμα και αυτό το νερό, το οποίο, τελικά, δεν της ανήκει, διότι και εκείνη το αντλεί, από το φρέαρ του Ιακώβ και όχι από το δικό της φρέαρ. «Λέγει αυτή ο Ιησούς: Δος μοι πιείν. Λέγει ουν αυτώ η γυνή η Σαμαρείτις: πώς συ Ιουδαίος ων παρ’ εμού πιείν αιτείς, ούσης γυναικός Σαμαρείτιδος; Ου γαρ συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις».
Ζητώντας ο Χριστός από την Σαμαρείτιδα, να του δώσει να πιει νερό, δεν το κάνει γιατί όντως διψά και έχει ανάγκη να πιει νερό. Ο Χριστός, όντας Θεός επί της γης, είναι ανενδεής. Γίνεται όμως, ενδεής, ενώπιον του ανθρώπου, για να δώσει την ευκαιρία στον άνθρωπο, να ανταποκριθεί στην ανάγκη του ανενδεούς Θεού. Ζητά από τη Σαμαρείτιδα νερό, για να της δώσει την ευκαιρία να αισθανθεί αγάπη για τον άλλο, αντί μίσος και να κατορθώσει, να βλέπει τον άλλο, ως τη δυνατότητα της δικής της σωτηρίας. Ζητώντας της να πιει νερό ο Χριστός της δίνει την ευκαιρία, να βιώσει την οντολογική αγάπη, προς τον συνάνθρωπο αδιάκριτα και όχι με προϋποθέσεις. (εθνική κ.α.). Ο Χριστός διδάσκει στη Σαμαρείτιδα, ότι όλοι οι άνθρωποι φέρουν το «κατ’ εικόνα Θεού» και ότι όλοι έχουν ίση άξια ενώπιον του Θεού.
Η αλλαγή της ζωής της Σαμαρείτιδας
Η συνέχεια του διαλόγου με τη Σαμαρείτιδα επικεντρώνεται στην πραγματική λατρεία του Θεού. Η έκβαση αυτή του διαλόγου του Ιησού Χριστού με τη Σαμαρείτιδα γυναίκα στάθηκε η αιτία της αλλαγής της ζωής της δικής και των συγχωριανών της. Από εκείνη τη στιγμή έπαψε να είναι η γυναίκα των πέντε ανδρών και έγινε κήρυκας και απόστολος του Ιησού Χριστού. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να κατανοεί τα λόγια και τις αποκαλύψεις του Κυρίου για την προσωπική της ζωή, αφού στη συνέχεια ομολογεί στους συμπατριώτες της: «δεύτε ίδετε άνθρωπον ος είπε μοι πάντα όσα εποίησα• μήτι ούτος εστίν ο Χριστός;».
Από την άλλη μεριά άρχισε να κατανοεί και το νόημα των λόγων του Χριστού, ο οποίος της μίλησε για το ζωντανό νερό. Έτσι η επόμενη ερώτησή της αφορά στις σχέσεις Θεού και ανθρώπων, ουσιαστικά στο θέμα της λατρείας του Θεού: «οι πατέρες ημών εν τω όρει τούτω προσεκύνησαν και υμείς λέγετε ότι εν Ιεροσολύμοις εστίν ο τόπος όπου δει προσκυνείν».
Η απάντηση του Ιησού Χριστού είναι άμεση και θέτει την ουσία του θέματος στην πραγματική του διάσταση: «έρχεται ώρα, και νυν εστίν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω πατρί εν πνεύματι και αληθεία• και γαρ ο πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν».
Ο Ιησούς Χριστός τοποθετεί πλέον το θέμα της αληθινής λατρείας του Θεού από τον τόπο στον τρόπο, ότι δηλαδή ο Θεός Πατέρας πρέπει να λατρεύεται «εν πνεύματι και αληθεία». Αυτή η αληθινή λατρεία του αληθινού Θεού είναι μεν κάτι το προσδοκώμενο και το αναμενόμενο, ως προς την πληρότητά του, αλλά ταυτόχρονα ήδη άρχισε να εφαρμόζεται στην παρούσα ζωή, «έρχεται ώρα και νυν εστίν».
Η λατρεία του Θεού είναι εξόχως σημαντική μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Ο κάθε πιστός άνθρωπος, αισθάνεται πηγαία την ανάγκη να λατρεύει τον Θεό. Ο Ιησούς Χριστός στο διάλογό του με τη Σαμαρείτιδα αποσυνδέει τη λατρεία του Θεού από τον τόπο και δε δίνει κάποια ιδιαίτερη σημασία σε αυτόν. Ο τόπος της λατρείας του Θεού είναι πλέον το ίδιο το σώμα του Αναστάντος Κυρίου και αυτό φαίνεται καθαρά και στο διάλογο του Ιησού Χριστού με το μαθητή του Ναθαναήλ: «απ’ άρτι όψεσθε τον ουρανόν ανεωγότα, και τους αγγέλους του Θεού αναβαίνοντας και καταβαίνοντας επί τον υιόν του ανθρώπου» (Ιω.1,52), δηλαδή αυτό που είναι εσχατολογικά αναμενόμενο είναι ήδη και απτή πραγματικότητα, ο Ιησούς Χριστός είναι ο τόπος της λατρείας.
Η αληθινή λατρεία του Θεού
Ο Χριστός αποκαλύπτει στη Σαμάρεια, την αληθινή λατρεία του Θεού, η οποία πρέπει να γίνεται «εν πνεύματι και αληθεία» και είναι ήδη παρούσα «έρχεται ώρα, και νυν εστίν». Ο Χριστός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, ο Σωτήρας του κόσμου και με την παρουσία του ξεκινά η πραγματική λατρεία του Θεού.
Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ερμηνεύει το «εν πνεύματι και αληθεία», ως τη λατρεία του Τριαδικού Θεού, του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Το Πνεύμα είναι το Άγιο Πνεύμα, που έρχεται, κατοικεί και ζωοποιεί τον άνθρωπο και η αλήθεια ο Υιός, ο Ιησούς Χριστός, που ενανθρώπησε και με τη σταυρική του Θυσία και Ανάσταση οδήγησε το ανθρώπινο γένος στον Θεό Πατέρα.
Ο Χριστός κατάργησε την εθνική αντίληψη της λατρείας και τον συγκεκριμένο τόπο και κατέστησε τη λατρεία του Θεού καθολική και οικουμενική. Ο αληθινός Θεός δεν λατρεύεται, ούτε προσκυνείται μέσα σε στενά εθνικά και τοπικά πλαίσια. Η λατρεία του Τριαδικού Θεού πραγματοποιείται «εν πνεύματι και αληθεία» σε όλη την οικουμένη.
Η Σαμαρείτιδα δεν θα μπορούσε, όμως, να δεχθεί αυτό το λυτρωτικό μήνυμα του Χριστού, όσο ζούσε με την αίσθηση και την βεβαιότητα, ότι Εκείνος αγνοούσε την προσωπική της ζωή. Γι’ αυτό ο Χριστός μεταφέρει το διάλογο σε σωτηριολογικό επίπεδο και της λέγει: «αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέγει, δώσε μου να πιώ, τότε εσύ θα του ζητούσες τη δωρεά του Θεού, και εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό…».
Η Σαμαρείτιδα δεν είναι σε θέση να κατανοήσει τον λόγο του Χριστού. «Η δε, ως ανθρώπω διαλεγομένη και ου Θεώ, λαθείν σπουδάζουσα έλεγεν. Ουκ έχω άνδρα και ο Διδάσκαλος (απαντά) προς αυτήν, Αληθώς είπας, ουκ έχω άνδρα, πέντε γάρ έσχες, και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ». (Ιδιόμελο Εσπερινού).
Η συνάντηση του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα χαρακτηρίζεται, ως συνάντηση ανυψωτική, για τον άνθρωπο και ακόμα ως συνάντηση αναγνώρισης της προσωπικότητας του κάθε ανθρώπου και ιδιαίτερα αυτού, που αισθάνεται το ηθικό και πνευματικό αδιέξοδο της εποχής του, αλλά και την περιφρόνηση των άλλων. Ο άνθρωπος κατά βάθος έχει ανάγκη από την εκτίμηση, την αποδοχή, και την αγάπη των άλλων.
Ο διάλογος μεταξύ Ιησού Χριστού και Σαμαρείτιδας, ενώ έχει ως αφετηρία ένα υλικό πράγμα, το νερό, «δος μοι πιείν», εντούτοις στη συνέχεια καταλήγει σε μια συνομιλία υψηλού πνευματικού περιεχομένου. Ο διάλογος αυτός έγινε η αιτία, ώστε η γυναίκα εκείνη, να πιστέψει τον Χριστό, ως Σωτήρα και Λυτρωτή. Η Σαμαρείτιδα είναι η σήμερον τιμωμένη Αγία Φωτεινή, την οποία τιμά η Εκκλησία μας, την Δ΄ Κυριακή του Πάσχα, καθώς και την 26η Φεβρουαρίου. Η Αγία Φωτεινή, μετά την Ανάσταση του Χριστού, κήρυξε το λόγο του Θεού στην Αφρική και στη Ρώμη, στην οποία τελικά μαρτύρησε, για την πίστη του Ιησού Χριστού και σφράγισε έτσι το ιεραποστολικό της έργο, με το μαρτύριο του αίματος, γι’ αυτό η Εκκλησία την τιμά, ως αγία και ισαπόστολο.