18 Απριλίου, 2020

Μαρία Βερβέρη - Κράουζε: Πασχαλιάτικες θύμησες

Χρυσοπλεγμένες και γλυκιές σαν καραμέλα οι παιδικές και εφηβικές αναμνήσεις μου!
Κάθε εποχή του χρόνου είχε τις δικές της ομορφιές, τις οποίες αποτύπωνε η μνήμη μου.
Ηλιόλουστες οι θύμησες του καλοκαιριού!
Με καινούρια βιβλία και τετράδια του φθινοπώρου!Χιόνινες του χειμώνα και
λουλουδένιες την άνοιξη!!
Όλες μετριούνται με στιγμές, ευωδιές, μουσική και κελαϊδίσματα, με γεύσεις και μυρουδιές!!
Πώς να ξεχάσω τη μυρουδιά της Χριστουγεννιάτικης «σούγλας» - σούβλας με χοιρινό κρέας!
Του διόσμου, στις αποκριάτικες «μακαρόνες»!
Της φρεσκοψημένης φουρνόπιτας!
Χαιρόμασταν το Πάσχα, για την θρησκευτική του σημασία, το ψητό αρνί με το γόμο- γέμιση, τα κόκκινα αυγά, τα «κλίκια» - κουλούρες με ένα κόκκινο αυγό στη μέση. Τα κλίκια ήταν τάματα των μανάδων στα παιδιά τους. Όλο το χρόνο αυτές έλεγαν: Αν είσαι φρόνημο παιδί το Πάσχα θα σου κάνω ένα κλικ´(ι). Μια χρονιά ολόκληρη το παιδί περίμενε το κλίκι.
Ο «τσιβερμές» - αρνί στη σούβλα, για τους «Χωργίσιους» - κατοίκους της Χώρας ήταν συνδεδεμένο με τα πανηγύρια, που γίνονταν στην εξοχή.
Το Πασχαλιάτικο φαγητό όλων των οικογενειών της Χώρας, ήταν αρνί στο φούρνο παραγεμισμένο με γόμο - γέμιση.
Αυτό και αν ήταν νόστιμο!
Θυμάμαι την μητέρα μου που έπλενε καλά, καλά το αρνί και το τοποθετούσε στο ταψί.
Έβαζε σε κρύο νερό το συκώτι
και το έβραζε λίγο. Το έκοβε σε μικρά κομματάκια και τα άφηνε να κρυώσουν. Σε ένα τηγάνι έβαζε λάδι και τσιγάριζε ψιλοκομμένα ξερά κρεμμύδια και πράσινα φρέσκα. Μετά έριχνε τα κομμάτια του συκωτιού τα ανακάτωνε με τα κρεμμύδια, προσέθετε μάλαθρο ή άνιθο, σταφίδες (πλυμένες), ρύζι ανάλογα με πόσες μερίδες γόμου έπρεπε να βγούν, κρεατόζωμο αλατισμένον και μια κουταλιά βούτυρο. Τα έβραζε όλα μαζί και όταν μαλάκωνε το ρύζι έβγαζε το τηγάνι απ´την φωτιά.
Ο γόμος - γέμιση ήταν έτοιμος. Παραγέμιζε το αρνί με το γόμο και με χονδρή κλωστή έραβε την κοιλιά. Το ίδιο έκαναν και όλες οι γειτόνισσες.
Μια από τις γυναίκες «πύρωνε» τον φούρνο πριν χαράξει ημέρα. Φούρνιζαν τα ταψιά, έκλειναν το στόμιο του με λαμαρίνα και γύρω από αυτή έβαζαν λάσπη, για «να μη βγαίνει η πύρ».
Πήγαιναν στην εκκλησία, για την δεύτερη Ανάσταση. Τα αρνιά έμειναν στον φούρνο μέχρι την ώρα του φαγητού.
Πώς να περιγράψω και να μεταφέρω στο Σήμερα την μυρουδιά του ψημένου αρνιού η οποία διαχέονταν σ´όλη τη Χώρα!!!
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τί νοστίμευε το φαΐ. Η Πασχαλιά; Ή το φαΐ την Πασχαλιά;

Εύχομαι σε όλους Καλό Πάσχα και ψητό αρνί παραγεμισμένο με γόμο.

Η Σαμοθρακίτισσα
Μαρία Βερβέρη - Κράουζε