Θυμάμαι…Κάποια φορά που αποφασίσαμε να χτίσουμε ένα σπιτάκι. Βουΐζαμε σαν τις μέλισσες και σαν τα «μυρμηγκούδια»-μυρμηγκάκια κουβαλούσαμε υλικά. Όπως νερό. Ξύναμε με τα χεράκια μας το ξερό χώμα και το ανακατέβαμε με το νερό και κάναμε λάσπη. Μαζεύαμε πετραδάκια, ξυλάκια, σανίδια κι όλο σχεδιάζαμε....
Ακάλεστος ήρθε ο παππούς μου. Κάθισε σε μια καρέκλα και μας παρατηρούσε.
10 Αυγούστου 2021
Μαρία Βερβέρη Κράουζε.
Η Σαμοθρακίτισσα
«Θα προχωρήσει γρήγορα το χτίσιμο, είπε, γιατί όλοι δουλεύετε με όρεξη και σχέδιο. Εύγε σας». Ο παππούς ρώτησε το πιο μικρό κοριτσάκι: Κρεμασούδα- (Παναγιώτα) τί θα βάλεις μέσα στο σπιτάκι σας; Αυτή σκούπισε τα λασπωμένα χεράκια της με το φορεματάκι της και σοβαρά απάντησε: «Θα βάλλω το νερό της βρύσης το οποίο τρέχει και χάνεται όταν πλύνω τα χέρια μου, έτσι δεν θα σπαταλιέται».
Μπράβο Κρεμασούδα, της είπε χαμογελώντας. Μετά ρώτησε τον Μορφονάκη, που το όνομά του προέρχονταν απ´τη λέξη όμορφος. Το μικρό αγοράκι πήγε κοντά του. «Εσύ Μορφονάκη τί θα βάλεις στο σπιτάκι;» Το παιδί δεν δυσκολεύτηκε να απαντήσει. «Θα βάλλω τα όνειρά μου. Είναι όμορφα και δεν θέλω να χαθούν».
Ο παππούς αυτή τη φορά δεν χαμογέλασε μόνο κούνησε το κεφάλι του και είπε: Νά είχαν όλα τα παιδιά την ίδια τύχη….
Γιατί μελαγχόλησε ο παππούς; Αναρωτηθήκαμε.
Όταν γύρισα στο σπίτι μας, του είπα την απορία των παιδιών. Μελαγχόλησα, είπε, διότι δεν μπορούν όλα τα παιδιά του πλανήτη Γη να παίζουν ξένοιαστα και να κάνουν ωραία όνειρα…..
Μια μέρα ρώτησα την Χρυσούλα αν το θυμόταν αυτό το περιστατικό. Αν το θυμάμαι; Κάνω μάλιστα και συγκρίση με τα παιδιά που μεγαλώνουν εδώ. Αν και οι γονείς τους μιλούν διαφορετικές γλώσσες σ´ αυτή εδώ τη Χώρα, έχουν διαφορετικές θρησκείες και ντύνονται διαφορετικά, τα παιδιά όλων όμως ντύνονται με ίδια ρούχα και μιλούν την ίδια γλώσσα. Τη γλώσσα της Χώρας τούτης που ζουν. Όλα μαζί παίζουν, γελούν και χτίζουν σπιτάκια και στεγάζουν τα δικά τους όνειρά……! Οι «μεγάλοι» επιτρέπουν στα παιδιά τούτης της Χώρας να παίζουν! Να όνειρεύονται!!Μπράβο Κρεμασούδα, της είπε χαμογελώντας. Μετά ρώτησε τον Μορφονάκη, που το όνομά του προέρχονταν απ´τη λέξη όμορφος. Το μικρό αγοράκι πήγε κοντά του. «Εσύ Μορφονάκη τί θα βάλεις στο σπιτάκι;» Το παιδί δεν δυσκολεύτηκε να απαντήσει. «Θα βάλλω τα όνειρά μου. Είναι όμορφα και δεν θέλω να χαθούν».
Ο παππούς αυτή τη φορά δεν χαμογέλασε μόνο κούνησε το κεφάλι του και είπε: Νά είχαν όλα τα παιδιά την ίδια τύχη….
Γιατί μελαγχόλησε ο παππούς; Αναρωτηθήκαμε.
Όταν γύρισα στο σπίτι μας, του είπα την απορία των παιδιών. Μελαγχόλησα, είπε, διότι δεν μπορούν όλα τα παιδιά του πλανήτη Γη να παίζουν ξένοιαστα και να κάνουν ωραία όνειρα…..
10 Αυγούστου 2021
Μαρία Βερβέρη Κράουζε.
Η Σαμοθρακίτισσα