Η Γιάννς έκλουθι απ' του Διντάατς μι του βαπόρ' κι όπους γήνταν απουκαμουμένους -τόσις μέις στου νουσουκουμείου-έβαλι του σακάκι τ' ,γιρνέ μαξλάρ' κ'έπισι σ'ντου καναπέ γιένα κβαούδ' ,μαθέ δεν-ι γείχι κι άθιιπου.Δίπλα τ' κάτσαν γιένα αντρόινου,ζιυγάρ' τι πλάκα γήνταν.Ικιός λέει στ'ικείν' :κοίτα αυτός με τα παπούτσια ξάπλωσε.Ικείν δε ντου δώκι σημασία κι διάβαζι μνια φλάδα!
Η Γιάννς δεν- κμούνταν ,μόν' τα μάτγια τ' γείχι κλειστά ,κι απ΄αφτί,τς γης!
Γείπι ,ξαναγείπι ντη κβέντα τ' για τα παπούτσια ,μέχρι απ' νιυρίασι η γιέρμους κι σκώθκι ,έκατσι μνια σ΄ντου κώλου τ' κι απάντιχι .Μόλις ντου γείδι κατάματα η γι άλλους, ντου λέει:τι γέευς βρε παλιουπράμα ξιπλυμένι, αργανή κι ανιγκιιμνιάιζ;Παργούνταν η ξιπλυμένους κι δεν- καταλάβινι κάντιμπουτα κι ντου λέει:Μήπως θέλετε κάτι;
-Τι να θέλου βρε απ'γείσι πγιο κτικιάρς απ' τ'ιμενα κι σι πειάξαν τα παπούτσια μ'!Να τα βγάλου κι να σ'αργάζου να δγιούμι αα ξαναζντίχς ανιμουμάζουμα ,σαν ένι να κουρουιδεύς να κουντουκάιτς μπε στ'αβγά σ' να γλιτώσουμ' !
Ικείν'πισμέν΄μι τα μούτρα σ'ντη φλάδα μουρμούρξι:Καλά να πάθεις κι εμένα έτσι με κάνεις !
-Κάλα αφού σι κάν' έτς δε ντου δίνς δόομου ,κιος θέλ'η κασίδα τ'.Σκουθείτι πάντι σιακνά ,να μι σας γλέπου γιατί μι φαίντι κι αα τα φάμι τα μουστάκια μας.Καταλάβαν μόν του τιλιυταίου κι πήαν τς τσιάντιι τς κι πήγαν αλλού.Η ξιπλυμένους, έβγαλι γιένα χαρτί κι έγααψι.
Σήμερα 13-8-2002,ταξιδεύοντας για το νησί της Σαμοθράκης είχα μια μικρή, πλην όμως συγκλονιστική περιπέτεια.Ένας κύριος ,αρκετά καταβεβλημένος ξάπλωσε -με τα παπούτσια-στον καναπέ του πλοίου.Εγώ υπερέβην εαυτόν και σχολίασα αυτό που έβλεπα θεωρώντας ότι δεν με άκουσε ο κύριος.Αλλά όχι μόνο με άκουσε ,μου έδωσε , χωρίς να καταλαβαίνω τι λέει -να καταλάβω ότι άκουσε ,και μου έκανε φραστική επίθεση.Ντράπηκα ,πρώτον γιατί είμαι φοιτητής της ιατρικής και αγνόησα παντελώς το ρόλο μου και την ιδιότητά μου ,δεύτερον δεν βούτηξα όπως άλλες φορές τη γλώσσα μου στο μυαλό μου ,δεν καλοσκέφτηκα και ξεστόμισα τα όσα εκ των υστέρων δεν ενέκρινα.Τρίτον ,συνειδητοποίησα ότι είμαι λίγο λεπτολόγος ή ψείρας και με αυτό μου τον χαρακτήρα έσφαλα απέναντι στην κοπέλα μου η οποία δικαίως -κάθε φορά- αντετίθετο.
Σκώθκι απ' ντ΄' καρέκλα πήγι να πάρ' καφέ κι ώωτσι:πώς λέγεται εκείνος ο κύριος. Γιένας γείπι :δεν ξέρω .Η γι άλλους όμους απ' παρακουλούθα ντη σκηνή ντου δώκι γούλα τα χειργιαζούμινα .
16-8-2002.Η σκύλους γάβγιζι κι η Γιάννς σκώθκι να δγει .Βλέπ'ντου ξιπλυμένου! Αα ισύ γείσι ;Κι πι-άσαν μέσα κι τα γείπαν γιένα χέρ' κι γινήκαν φίλ' κι τσι δώκι γιένα αθότυου κι γιένα τυρί κι φύγαν φκαριστημέν!
13-8-2015.Μόντρεαλ Αγαπητέ Γιάννη,φίλε μου, σου γράφω από τον Καναδά για να σου πω με δυο λόγια ότι δεν θα σε ξεχάσω ποτέ .Ό,τι έγινα ,κυρίως άνθρωπος καλός, θέλω να πιστεύω ότι το οφείλω σε εσένα.Χάρη σε εσένα Γιάννη ,έκανα οικογένεια .βελτιώθηκα ως χαρακτήρας σε βαθμό που δεν παίρνει άλλο.Μάθε ότι σε ανάμνηση των όσων πέρασα βάφτισα το τρίτο μου παιδί Γιάννη ,οδηγός και φάρος στην υπόλοιπη ζωή μου.Σε φιλούμε
Δημήτρης ,Έλενα,Γεωργία,Ελευθερία,Γιάννης( Σαμοθράκης) .
Αυτά σοφίζομαι και τα γράφω για πολλούς λόγους .Η ανάγνωση δωρεάν.
Άννα Δεληγιάννη-Τσιουλπά
εκπαιδευτικός,συγγραφέας,κριτικός
Η Γιάννς δεν- κμούνταν ,μόν' τα μάτγια τ' γείχι κλειστά ,κι απ΄αφτί,τς γης!
Γείπι ,ξαναγείπι ντη κβέντα τ' για τα παπούτσια ,μέχρι απ' νιυρίασι η γιέρμους κι σκώθκι ,έκατσι μνια σ΄ντου κώλου τ' κι απάντιχι .Μόλις ντου γείδι κατάματα η γι άλλους, ντου λέει:τι γέευς βρε παλιουπράμα ξιπλυμένι, αργανή κι ανιγκιιμνιάιζ;Παργούνταν η ξιπλυμένους κι δεν- καταλάβινι κάντιμπουτα κι ντου λέει:Μήπως θέλετε κάτι;
-Τι να θέλου βρε απ'γείσι πγιο κτικιάρς απ' τ'ιμενα κι σι πειάξαν τα παπούτσια μ'!Να τα βγάλου κι να σ'αργάζου να δγιούμι αα ξαναζντίχς ανιμουμάζουμα ,σαν ένι να κουρουιδεύς να κουντουκάιτς μπε στ'αβγά σ' να γλιτώσουμ' !
Ικείν'πισμέν΄μι τα μούτρα σ'ντη φλάδα μουρμούρξι:Καλά να πάθεις κι εμένα έτσι με κάνεις !
-Κάλα αφού σι κάν' έτς δε ντου δίνς δόομου ,κιος θέλ'η κασίδα τ'.Σκουθείτι πάντι σιακνά ,να μι σας γλέπου γιατί μι φαίντι κι αα τα φάμι τα μουστάκια μας.Καταλάβαν μόν του τιλιυταίου κι πήαν τς τσιάντιι τς κι πήγαν αλλού.Η ξιπλυμένους, έβγαλι γιένα χαρτί κι έγααψι.
Σήμερα 13-8-2002,ταξιδεύοντας για το νησί της Σαμοθράκης είχα μια μικρή, πλην όμως συγκλονιστική περιπέτεια.Ένας κύριος ,αρκετά καταβεβλημένος ξάπλωσε -με τα παπούτσια-στον καναπέ του πλοίου.Εγώ υπερέβην εαυτόν και σχολίασα αυτό που έβλεπα θεωρώντας ότι δεν με άκουσε ο κύριος.Αλλά όχι μόνο με άκουσε ,μου έδωσε , χωρίς να καταλαβαίνω τι λέει -να καταλάβω ότι άκουσε ,και μου έκανε φραστική επίθεση.Ντράπηκα ,πρώτον γιατί είμαι φοιτητής της ιατρικής και αγνόησα παντελώς το ρόλο μου και την ιδιότητά μου ,δεύτερον δεν βούτηξα όπως άλλες φορές τη γλώσσα μου στο μυαλό μου ,δεν καλοσκέφτηκα και ξεστόμισα τα όσα εκ των υστέρων δεν ενέκρινα.Τρίτον ,συνειδητοποίησα ότι είμαι λίγο λεπτολόγος ή ψείρας και με αυτό μου τον χαρακτήρα έσφαλα απέναντι στην κοπέλα μου η οποία δικαίως -κάθε φορά- αντετίθετο.
Σκώθκι απ' ντ΄' καρέκλα πήγι να πάρ' καφέ κι ώωτσι:πώς λέγεται εκείνος ο κύριος. Γιένας γείπι :δεν ξέρω .Η γι άλλους όμους απ' παρακουλούθα ντη σκηνή ντου δώκι γούλα τα χειργιαζούμινα .
16-8-2002.Η σκύλους γάβγιζι κι η Γιάννς σκώθκι να δγει .Βλέπ'ντου ξιπλυμένου! Αα ισύ γείσι ;Κι πι-άσαν μέσα κι τα γείπαν γιένα χέρ' κι γινήκαν φίλ' κι τσι δώκι γιένα αθότυου κι γιένα τυρί κι φύγαν φκαριστημέν!
13-8-2015.Μόντρεαλ Αγαπητέ Γιάννη,φίλε μου, σου γράφω από τον Καναδά για να σου πω με δυο λόγια ότι δεν θα σε ξεχάσω ποτέ .Ό,τι έγινα ,κυρίως άνθρωπος καλός, θέλω να πιστεύω ότι το οφείλω σε εσένα.Χάρη σε εσένα Γιάννη ,έκανα οικογένεια .βελτιώθηκα ως χαρακτήρας σε βαθμό που δεν παίρνει άλλο.Μάθε ότι σε ανάμνηση των όσων πέρασα βάφτισα το τρίτο μου παιδί Γιάννη ,οδηγός και φάρος στην υπόλοιπη ζωή μου.Σε φιλούμε
Δημήτρης ,Έλενα,Γεωργία,Ελευθερία,Γιάννης( Σαμοθράκης) .
Αυτά σοφίζομαι και τα γράφω για πολλούς λόγους .Η ανάγνωση δωρεάν.
Άννα Δεληγιάννη-Τσιουλπά
εκπαιδευτικός,συγγραφέας,κριτικός