Τότε στο νησί της Σαμοθράκης υπήρχανε ελάχιστοι Οθωμανοί και 300 ελληνικές οικογένειες, ήτοι 2.000 Έλληνες κατά προσέγγιση, οι οποίοι ζούσαν από τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Τα εδώδιμα προϊόντα ήτανε μέλι, αχλάδια, κάρβουνο, τυρί, μαλλί και δέρματα ζώων. Μετά τη σφαγή, την 1η Σεπτεμβρίου 1821, επέζησαν περί τους 200 ανθρώπους, ενώ άλλοι τόσοι ενδέχεται να επέζησαν στα όρη κρυμμένοι στις σπηλιές. Εικάζεται ότι 1.500 Έλληνες πουλήθηκαν σκλάβοι στα παζάρια της Ανατολής και αυτή είναι μία πλευρά της εθνεγερσίας που ακόμη δεν έχει μελετηθεί και ίσως ποτέ να μην μπορέσει ο ιστορικός του 21ου αιώνα να αγγίξει το ζήτημα της εμπορίας των ανθρώπων, τόσο των ανδρών και κυρίως των γυναικών.
Το ιστορικό κείμενο «Les Femmes Grecques aux Dames Françaises – Récit de leurs malheurs» σε δύο εκδόσεις από το Παρίσι το 1826 και στις Βρυξέλλες το 1827, αμφότερες διασώζουν μαρτυρίες Ελληνίδων από τη χειμαζόμενη επαναστατημένη Βαλκανική και στο τρίτο κεφάλαιο διαβάζουμε τη συγκλονιστική αφήγηση της χήρας από τη Σαμοθράκη η οποία μετά τη σφαγή πουλιέται σκλάβα στη Σμύρνη, περνάει από την Κύπρο κι έπειτα από πολλές περιπέτειες καταλήγει ελεύθερη πια στην ιταλική πόλη Spezzia. Το κείμενο αυτό δεν έχει μεταφραστεί ολόκληρο στην ελληνική γλώσσα και οι μαρτυρίες των γυναικών από την Πάτρα, τη Σαμοθράκη, το Σούλι, τη Θεσσαλονίκη, τη Σμύρνη, τα Ψαρά, τη Χίο, το Μεσολόγγι, την Τρίπολη και τον Κάλαμο σηματοδοτούνε τα όρια του ελληνισμού έως σήμερα. Τα Απομνημονεύματα των γυναικών σε γαλλική απόδοση από τον ανώνυμο Φιλέλληνα εγγράφουν την έκδοση αυτή των αυτοβιογραφικών ιστοριών στη λογοτεχνία του τραύματος και μας προσανατολίζουνε ερευνητικά σε νέα θεωρητικά μοντέλα.
Το ιερό νησί των Καβείρων με το ναό των Μεγάλων Θεών σε συνεχή κατοίκηση από τον 7ο αιώνα π.Χ. από Ίωνες και Αιολείς όπως οι επιγραφές μαρτυρούνε θα γίνει τόπος μαρτυρίου με εκατοντάδες ανθρώπους εκπατρισμένους ή απλώς ζωντανούς νεκρούς. Οι πρόσφυγες ήταν πάντα μία κατηγορία αιχμαλώτων.
Της Φιλολόγου Γεωργίας Τσατσάνη